παιδαγωγῶν

παιδαγωγῶν
παιδαγωγέω
attend as a
pres part act masc nom sg (attic epic doric)
παιδαγωγός
slave who went with a boy from home to school and back again
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • SCHOLA — quid proprie sit, indicat Ausonius Eidyll. 4. ad Nepot. v. 5. Graio Schola nomine dicta est, Iustae laboriferis tribuantur ut otia curis. A Graeco nempe χολὴ, quod otium denotat, nomen invenit. Quia enim secundum Celsum de re Med. l. 1. in Prooem …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αλφαβητάριο — Εγχειρίδιο για τη διδασκαλία της ανάγνωσης και της γραφής στα παιδιά. Επειδή το α. αποτελεί το πρώτο στοιχειώδες πνευματικό βοήθημα του παιδιού και συγχρόνως ένα από τα πρώτα μέσα αισθητικής αγωγής του, γι’ αυτό η συγγραφή του θα πρέπει να… …   Dictionary of Greek

  • νεόφρων — Τραγικός ποιητής από τη Σικυώνα, που έζησε στα μέσα του 5ου αι. π.Χ. Είχε γράψει πάνω από 100 τραγωδίες, αλλά δε σώθηκαν παρά τρία αποσπάσματα της Μήδειας, που φαίνεται πως είναι και η σπουδαιότερη. Ο Ν. είναι ο εισηγητής στο θέατρο των… …   Dictionary of Greek

  • σχολείο — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… …   Dictionary of Greek

  • σχολειό — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… …   Dictionary of Greek

  • Αμαριώτου, Μαρία — (Καστέλι Φουρνής Λασιθίου Κρήτης 1898 – ;). Εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία (Διδασκαλείο Ηρακλείου) και μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία. Σταδιοδρόμησε ως εκπαιδευτικός σύμβουλος στο υπουργείο Παιδείας. Παράλληλα,… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Ζυγομαλάς — I Επώνυμο οικογένειας λογίων και παιδαγωγών του 16ου αι., από την Αργολίδα. 1. Θεοδόσιος (Ναύπλιο 1544 – περ. 1615). Αξιωματούχος του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης και συγγραφέας, γιος του Ιωάννη (βλ. 2.). Σε ηλικία 11 ετών ακολούθησε τον… …   Dictionary of Greek

  • Λασκαρίδου — Επώνυμο οικογένειας πρωτοπόρων παιδαγωγών και καλλιτεχνών. 1. Αικατερίνη (Βιέννη 1842 – Αθήνα 1916). Παιδαγωγός. Είχε ευρεία παιδεία και αφιερώθηκε στην αναμόρφωση της εκπαίδευσης των Ελληνίδων με πολλή αυταπάρνηση. Είναι χαρακτηριστικό πως αυτή… …   Dictionary of Greek

  • Μαν, Χόρας — (Horace Mann, Φράνκλιν, Μασαχουσέτη, 1796 – Γέλοου Σπρινγκς, Οχάιο 1859). Αμερικανός παιδαγωγός. Καταγόταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Κατάφερε ωστόσο να γίνει δεκτός στο Πανεπιστήμιο του Μπράουν, απ’ όπου αποφοίτησε με διάκριση το 1819.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”